Το περασμένο Σάββατο, 15 Ιουνίου, η CNT πραγματοποίησε μαζική διαδήλωση στην πόλη Χιχόν στη βόρεια Ισπανία για να δοθεί ένα μήνυμα αλληλεγγύης και στήριξης σε όλα τα επίπεδα στους έξι συντρόφους και συντρόφισσες της υπόθεσης «Λα Σουίσα», οι οποίοι το 2017 καταδικάστηκαν σε 3,5 χρόνια φυλάκισης, μια ποινή η ισχύ της οποίας θα αποφασιστεί τις επόμενες μέρες από το Ανώτατο Δικαστήριο και θα κρίνει εν πολλοίς το μέλλον των συνδικαλιστικών αγώνων και της ποινικοποίησής τους.
Τα γεγονότα
Στις αρχές του 2017 μια υπάλληλος του ζαχαροπλαστείου «Λα Σουίσα» απευθύνθηκε στη CNT της Χιχόν σχετικά με κάποια προβλήματα που αντιμετώπιζε στον χώρο εργασίας της. Οι συνθήκες εργασίας ήταν απαράδεκτες, καθώς δούλευε συνεχώς υπερωρίες, πολλές φορές χωρίς να ξεκουράζεται τα Σαββατοκύριακα, ο μισθός που έπαιρνε ήταν κατώτερος του συμφωνηθέντος κι οι επιπλέον ώρες δεν πληρώνονταν. Το χειρότερο όμως ήταν ότι αντιμετώπιζε συνεχώς κακοποιητικές συμπεριφορές από το αφεντικό της. Όταν για παράδειγμα πληροφόρησε τον εργοδότη της ότι είναι έγκυος, αυτός την υποχρέωνε παρ’ όλα αυτά να σηκώνει σακιά με αλεύρι, κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει κίνδυνο αποβολής του εμβρύου. Οι συμπεριφορές αυτές έφτασαν μέχρι και το σημείο της σεξουαλικής παρενόχλησης στον εργασιακό χώρο, καθώς όταν βρίσκονταν μόνοι, ο εργοδότης της τής έκανε χυδαία σχόλια, τη ρωτούσε για τα εσώρουχά της ή της έκανε ανάρμοστες προτάσεις.
Τον Μάρτιο του 2017 τελείωνε η άδεια μητρότητας που είχε πάρει η εργαζόμενη, αλλά η ίδια δυσκολευόταν να επιστρέψει στη δουλειά λόγω της προαναφερθείσας κατάστασης αλλά κι επειδή φοβόταν να μείνει μόνη με το αφεντικό της. Επίσης, ο σύντροφός της είχε οδηγηθεί στα δικαστήρια με τον εργοδότη της, καθώς τον είχε απειλήσει όταν η σύντροφός του παραλίγο να αποβάλει λόγω των εργασιακών συνθηκών.
Στη συνέχεια η εργαζόμενη παραπέμφθηκε στις νομικές υπηρεσίες του συνδικάτου. Παράλληλα, η τοπική οργάνωση της CNT συγκέντρωνε πληροφορίες για να επιβεβαιώσει την καταγγελία της εργαζόμενης, ενώ μίλησε με την ψυχολόγο της για να επαληθεύσει τα λεγόμενά της (ιδιαίτερα ως προς το κομμάτι της σεξουαλικής παρενόχλησης), καθώς και με πρώην εργαζόμενους της επιχείρησης για να μάθουν σχετικά με τις εργασιακές συνθήκες. Από τη στιγμή που δεν κατέστη εφικτό να αποδειχθούν με στοιχεία τα γεγονότα, η ομάδα της CNT επικοινώνησε με τον εργοδότη, προκειμένου να υπάρξει μια συμφωνία για την απόλυση της εργαζόμενης, ενώ προετοιμαζόταν να γίνει καταγγελία για σεξουαλική παρενόχληση.
Μετά από πολλές προσπάθειες επικοινωνίας με την εργοδοσία (αλληλογραφία, μπούροφαξ, άτυπες συζητήσεις), το αφεντικό της επιχείρησης αρνήθηκε να γίνει οποιοδήποτε είδος συνάντησης κι έτσι η CNT κάλεσε δύο συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και καταγγελίας των εργασιακών συνθηκών. Στη συνέχεια, η επιχείρηση συμφωνεί για μια συνάντηση, η οποία αποδείχθηκε άκαρπη. Έτσι, πραγματοποιήθηκαν περαιτέρω συγκεντρώσεις και ξεκίνησαν οι νομικές διαδικασίες. Παράλληλα, όμως, ξεκινά μια εκστρατεία καταστολής ενάντια στους αγωνιστές της CNT, καθώς τρεις συντρόφισσες συνελήφθησαν έξω από τα σπίτια τους, ενώ επιβάλλονταν πρόστιμα σε πολλούς αγωνιστές που συμμετείχαν σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας αλλά και στο ίδιο το συνδικάτο. Επίσης, η εργοδοσία ξεκίνησε να υποβάλλει καταγγελίες ενάντια στο συνδικάτο και στους αγωνιστές του. Εντέλει, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, η επιχείρηση θα κλείσει οριστικά και η σύγκρουση οδηγείται πλέον σε ένα αποκλειστικά νομικό επίπεδο.
Οι καταγγελίες
Η εργαζόμενη υπέβαλλε δύο ειδών καταγγελίες στα δικαστήρια, μια σε αστικό δικαστήριο για μισθολογικούς λόγους κι άλλη σε ποινικό δικαστήριο για το ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης. Η πρώτη διαδικασία αναβλήθηκε επ’ αόριστον μέχρι να εκδικαστούν οι διάφορες καταγγελίες που είχε υποβάλλει η εργοδοσία ενάντια στην εργαζόμενη. Η καταγγελία για τη σεξουαλική παρενόχληση μπήκε στο αρχείο λόγω έλλειψης αποδείξεων. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της δίκης μια αρκετά σημαντική ψυχολογική έκθεση εμφανίστηκε στη δικογραφία κομμένη και δυσανάγνωστη λόγω κακής σάρωσης ή κακής εκτύπωσης. Το δικαστήριο ποτέ δεν ζήτησε να σταλεί εκ νέου το συγκεκριμένο έντυπο.
Ο εργοδότης, από την άλλη, υπέβαλλε περίπου τριάντα καταγγελίες ενάντια στη CNT και στους αγωνιστές της, η σημαντικότερη εκ των οποίων είναι αυτή που κατέληξε στην καταδίκη των αγωνιστριών, η υπόθεση 721/2017. Οι κατηγορίες ήταν η συκοφάντηση και η προσβολή του προσώπου του ιδιοκτήτη της επιχείρησης (επειδή τον αποκάλεσαν δουλέμπορο, εκμεταλλευτή και κακοποιητή) και αποδόθηκαν σε 28 άτομα, η πλειοψηφία εκ των οποίων ήταν μέλη της CNT της Χιχόν αλλά επίσης και κάτοικοι της γειτονιάς, ενώ η διαδικασία κράτησε για περισσότερο από δύο χρόνια. Παράλληλα, ο ιδιοκτήτης του ζαχαροπλαστείου και ο γιος του υπέβαλλαν άλλες τρεις μηνύσεις οι οποίες είχαν έναν καθοριστικό χαρακτήρα σε όλη αυτή τη διαδικασία, καθώς δείχνουν ξεκάθαρα την εχθρότητα της καταδικαστικής απόφασης.
Η πρώτη εκδικάστηκε στην υπόθεση 920/2017, όπου τρεις αγωνίστριες της CNT κατηγορήθηκαν για τα αδικήματα της παρακώλυσης δικαιοσύνης, της απειλής και του εξαναγκασμού. Τα συγκεκριμένα αδικήματα αφορούσαν, σύμφωνα με τους καταγγέλλοντες, τις δύο σύντομες συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο ζαχαροπλαστείο με τον ιδιοκτήτη, όπου οι συντρόφισσες τον ενημέρωσαν για τα βασικά σημεία μιας δυνητικής συμφωνίας: αποχώρηση της εργαζόμενης από την επιχείρηση και πληρωμή των οφειλομένων, με την αστυνομία να προχωρά στη σύλληψη των τριών συντροφισσών. Ο τακτικός ανακριτής και το τοπικό δικαστήριο αποφάσισαν εντέλει την παύση κάθε ποινικής δίωξης.
Η δεύτερη μήνυση εκδικάστηκε στην υπόθεση 364/2018, κατά την οποία κατηγορήθηκε η CNT για το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, αποτέλεσμα της υποτιθέμενης εγκληματικής συμπεριφοράς της οργάνωσης στην πόλη που αφορούσε τον εκβιασμό επιχειρηματιών. Κατηγορούνταν η CNT ότι ανάγκαζε τους επιχειρηματίες να της δίνουν λεφτά κατά τη διάρκεια εργατικών αγώνων προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το συνδικάτο. Η CNT, προκειμένου να αποδείξει το αβάσιμο των συγκεκριμένων κατηγοριών, προσκόμισε τα έγγραφα των αποφάσεων των διαφόρων υποθέσεων κι απέδειξε ότι τα ποσά που οφείλονταν σε εργαζόμενους κατατίθεντο στους λογαριασμούς των ίδιων κι όχι σ’ αυτούς του συνδικάτου. Αποφασίστηκε έτσι για άλλη μια φορά η παύση κάθε ποινικής δίωξης.
Η τρίτη και τελευταία καταγγελία ήταν η υπόθεση υπ’ αριθμόν 621/2018, κατά την οποία κατηγορήθηκε ο γενικός γραμματέας της CNT της Χιχόν για τα υποτιθέμενα αδικήματα της παρακώλυσης δικαιοσύνης, της απειλής και του εξαναγκασμού. Τα συγκεκριμένα αδικήματα διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης στο γραφείο του δικηγόρου των καταγγελλόντων. Βάση της κατηγορίας ήταν ότι αποτελούσε αδίκημα η προσπάθεια να αποσυρθεί η μήνυση ενάντια στον σύντροφο της εργαζόμενης προκειμένου να βρεθεί μια λύση στη διαμάχη. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση η κατάληξη ήταν ίδια, με την παύση των διώξεων.
Δηλαδή, και τις τρεις φορές τόσο ο τακτικός ανακριτής όσο και το τοπικό δικαστήριο του Οβιέδο αποφάνθηκαν ότι δεν υπήρχε καμιά ένδειξη ότι η CNT ή οι αγωνιστές της είχαν διαπράξει κάποιο αδίκημα από τα παραπάνω. Από την άλλη, αφότου έπαυσαν οι διώξεις για το αδίκημα της σεξουαλικής παρενόχλησης, ο εργοδότης έκανε μήνυση τόσο στην εργαζόμενη όσο και στη δικηγόρο της για το αδίκημα της ψευδούς καταμήνυσης. Η μήνυση μπήκε αμέσως στο αρχείο, καθώς το δικαστήριο έκρινε ότι είναι άλλο πράγμα να μην υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις κι άλλο ότι έλεγε ψέματα η εργαζόμενη.
Παράλληλα, υποβλήθηκαν πάνω από δώδεκα μηνύσεις εναντίον της CNT για τις συγκεντρώσεις που πραγματοποίησε αλλά και στον τοπικό εκπρόσωπο της Κυβέρνησης για παράλειψη καθήκοντος, επειδή, σύμφωνα με την οικογένεια του εργοδότη, έπρεπε να απαγορέψει τις συγκεντρώσεις. Οι συγκεκριμένες μηνύσεις μπήκαν επίσης στο αρχείο.
Τέλος, πολλοί αγωνιστές της CNT κατηγορήθηκαν από τον εργοδότη και τον γιο του ότι τους απείλησαν να τους σκοτώσουν. Από τις έξι αυτές υποθέσεις, οι αποφάσεις στις πέντε ήταν αθωωτικές και σε μια περίπτωση καταδικαστική προς τους κατηγορούμενους αγωνιστές.
Νέο κύμα μηνύσεων
Παρ’ όλα αυτά, το 2023 ξεκίνησε μια νέα σειρά μηνύσεων και διώξεων ενάντια στις συντρόφισσες της CNT επειδή βγήκαν δημόσια κι υπερασπίστηκαν την αθωότητά τους. Συγκεκριμένα, πραγματοποιήθηκαν δύο ξεχωριστές διώξεις: η πρώτη επειδή μια αγωνίστρια της οργάνωσης βγήκε στον αέρα μιας ραδιοφωνικής εκπομπής και περιέγραψε τον τρόπο με τον οποίο στήριξαν την εργαζόμενη, καθώς και περιπτώσεις που ανέφερε η ίδια οι οποίες μπορούν να χαρακτηριστούν ως σεξουαλική παρενόχληση, ενώ αγωγή ασκήθηκε εναντίον και του δημοσιογράφου που πήρε τη συνέντευξη· η δεύτερη αφορούσε έναν άλλον αγωνιστή της CNT επειδή εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του σχετικά με τις μηνύσεις από την εργοδοσία σε μια ραδιοφωνική εκπομπή, καθώς και σε σχέση με την εξέλιξη της δίκης και τις ποινές που επιβλήθηκαν, ενώ έκανε μια ιστορική αναδρομή της πορείας του συγκεκριμένου δικαστή, ο οποίος εδώ και δεκαετίες έχει δείξει την εχθρική του στάση απέναντι στον συνδικαλισμό και τα κοινωνικά κινήματα.
Φαίνεται ότι η στόχευση αυτής της νέας σειράς διώξεων είναι η αποτροπή των αγωνιστριών της CNT να εκφραστούν δημόσια και να υπερασπιστούν την αθωότητά τους, με την κρατική διαχείριση να επιστρατεύει όλα τα μέσα για τον σκοπό αυτόν, κι ιδιαίτερα αυτό του φόβου, καθώς επιχειρεί να περιορίσει το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης.
Η στοχοποίηση
Καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα αυτού, υπήρξαν περιπτώσεις ξεκάθαρης στοχοποίησης της CNT. Αρχικά, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η οικογένεια του ιδιοκτήτη του ζαχαροπλαστείου έχει στενές επαφές και διασυνδέσεις τόσο με την αστυνομία όσο και με το Λαϊκό Κόμμα. Ο γιος του ιδιοκτήτη μάλιστα καυχιόταν γι’ αυτό, καθώς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναρτούσε φωτογραφίες με γνωστούς πολιτικούς της δεξιάς, καθώς και με τον διοικητή της αστυνομίας της Χιχόν. Επίσης, προσέλαβε μια πληθώρα γνωστών δικηγόρων, οι οποίοι είναι διάσημοι τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο.
Συνολικά, ο εργοδότης εκπροσωπήθηκε από 14 δικηγόρους, τρεις από τους οποίους ήταν ιδιαίτερα γνωστοί και καταξιωμένοι. Και το ερώτημα είναι: πώς γίνεται ένας άνθρωπος που κατηγορεί τη CNT ότι τον οδήγησε στη χρεωκοπία να μπορεί να πληρώσει τα έξοδα τόσων δικηγόρων, κάποιοι εκ των οποίων είναι οι ακριβότεροι στη χώρα;
Εκτός από τη στοχοποίηση σε δικαστικό επίπεδο, αξίζει να αναφερθούν μερικές περιπτώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα, όπως:
• Συνελήφθησαν τρεις συντρόφισσες έξω από τα σπίτια τους για μια έρευνα η οποία δεν απαιτούσε κάτι τέτοιο, ενώ το δικαστήριο έπαυσε κάθε δίωξη.
• Κατά τη διάρκεια δύο χρόνων 28 άτομα κατηγορήθηκαν για το απλό γεγονός ότι παραβρέθηκαν σε δημόσιες συγκεντρώσεις.
• Επιβλήθηκε πρόστιμο στη CNT επειδή σε μια πορεία ο κόσμος πέρασε από μια διάβαση πιο γρήγορα απ’ όσο θα ήθελε η αστυνομία.
• Επιβλήθηκε πρόστιμο σε αγωνιστή της CNT χωρίς να έχει ταυτοποιηθεί. Όταν ασκήθηκε έφεση, η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση είπε ότι επρόκειτο για ένα άτομο αρκετά γνωστό κι επομένως ότι δεν χρειαζόταν κάποια διαδικασία ταυτοποίησης.
Οι δικαστικές δυσαναλογίες
Η υπόθεση 721/2017, η οποία υπήρξε η πιο επαίσχυντη όλων, διερευνούσε το υποτιθέμενο αδίκημα της απειλής και του εξαναγκασμού εις βάρος του ιδιοκτήτη. Παρόλο που το δικαστήριο είχε αποφασίσει την παύση των ποινικών διώξεων, ο τακτικός ανακριτής διέταξε τη συνέχιση της έρευνας εις βάρος των συγκεκριμένων ατόμων ενώ δεν είχαν προσκομιστεί καινούρια στοιχεία.
Εντέλει, τον Μάιο του 2021 πραγματοποιήθηκε η δίκη υπ’ αριθμόν 340/19, με επίκεντρο την παρακώλυση δικαιοσύνης και τον εξαναγκασμό. Σχετικά με τη συγκεκριμένη δίκη είναι σημαντικό να αναφερθούν τα παρακάτω:
• Δεν αποδόθηκαν κατηγορίες στη CNT της Χιχόν, στην οποία είχε υποβληθεί αρχικά η μήνυση.
• Δεν καταδικάστηκε κανένας από τους κατηγορούμενους για τα αδικήματα της συκοφαντίας και της καθύβρισης.
• Καταδικάστηκαν τρεις συντρόφισσες για τα αδικήματα της παρακώλυσης δικαιοσύνης και του εξαναγκασμού, παρόλο που σε προηγούμενο χρόνο ο τακτικός ανακριτής και το τοπικό δικαστήριο είχαν αποφανθεί ότι δεν υπήρχαν βάσιμες κατηγορίες. Για το ίδιο καταδικάστηκε και ο τότε γραμματέας της τοπικής οργάνωσης της CNT.
• Οι υπόλοιποι που καταδικάστηκαν ήταν με τις ίδιες κατηγορίες και για λόγους τόσο απίστευτους όπως για το γεγονός ότι κρατούσαν το μεγάφωνο κατά τη διάρκεια κάποιας συγκέντρωσης.
• Καταδικάστηκαν εις ολόκληρον οι κατηγορούμενοι να πληρώσουν αποζημίωση ύψους 125.000 ευρώ στον εργοδότη, παρόλο που αποδείχθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης ότι η οικονομική κατάσταση της επιχείρησης δεν ήταν καλή ακόμα και πριν από τον αγώνα.
Τόσο ο εισαγγελέας όσο και η Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία αναγνώρισαν ότι δεν υπήρχαν αξιόπιστες ενδείξεις για τη διάπραξη αδικημάτων, αλλά ακολουθούσαν ένα αφήγημα σύμφωνα με το οποίο ο καθένας από τους καταδικασθέντες επιτελούσε έναν συγκεκριμένο ρόλο, βασιζόμενοι σε εικασίες.
Δικαστής της συγκεκριμένης υπόθεσης ήταν ο Λίνο Ρούμπιο Μάγιο (Lino Rubio Mayo), ο οποίος και καταδίκασε τους κατηγορούμενους. Ο βετεράνος αυτός δικαστής είναι αρκετά γνωστός στα τοπικά κινήματα, καθώς πρόκειται για έναν άνθρωπο με μακρά πορεία διώξεων ενάντια σε συνδικαλιστές και σε αγωνιστές των κινημάτων. Το 2007 είχε καταδικάσει σε ποινή φυλάκισης δύο συνδικαλιστές λιμενεργάτες, κατηγορώντας τους ότι είχαν βάλει φωτιά σε μια κάμερα ασφαλείας κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης. Στη δίκη προσκομίστηκαν στοιχεία ότι οι κατηγορούμενοι βρίσκονταν σε άλλο σημείο της διαδήλωσης τη στιγμή εκείνη. Στόχος ήταν να καταδικαστούν δύο αγωνιστές με σημαντική παρουσία σε ταξικούς αγώνες, που ήταν ιδιαίτερα γνωστοί στην πόλη. Στα κινήματα των Αστουριών, ο συγκεκριμένος δικαστής είναι γνωστός ως «δυο χρόνια, τέσσερις μήνες και μια μέρα», καθώς αυτή ήταν η ποινή που έβαζε στους αγωνιστές που δίκαζε, μια ποινή η οποία αποτελούσε εγγύηση για την είσοδό τους στη φυλακή. Τον Μάιο του 2022 επικυρώθηκε η καταδίκη των 6 από τους 8 κατηγορούμενους μέσω διαδικασιών που έγιναν πολύ γρήγορα δεδομένης της πολυπλοκότητας της υπόθεσης.
Το πρόβλημα για τους καταδικασθέντες
Έτσι λοιπόν καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης τριών χρόνων και έξι μηνών έξι άτομα, μεταξύ των οποίων και η εργαζόμενη της επιχείρησης: δύο χρόνια για το αδίκημα της παρακώλυσης δικαιοσύνης και 18 μήνες γι’ αυτό του εξαναγκασμού.
Οι καταδικασθέντες, 5 γυναίκες και ένας άντρας, είναι άνθρωποι με οικογένειες, παιδιά και σταθερές δουλειές: ένας ταξιτζής, μια σερβιτόρα, μια εργαζόμενη σε σουπερμάρκετ, μια τραγουδίστρια, μια βοηθός σε κλινική και μια δασκάλα. Εκτός από την αλληλεγγύη που έδειξαν σε μια εργαζόμενη που υφίσταντο την κακοποίηση και την αυθαιρεσία της εργοδοσίας, τα συγκεκριμένα άτομα καταδικάστηκαν για τη συνδικαλιστική τους δράση και κινδυνεύουν να βρεθούν στη φυλακή.
Το ζήτημα που μας επηρεάζει όλους
Αυτό ωστόσο δεν αποτελεί ένα ζήτημα που αφορά κάποια συγκεκριμένα άτομα ή μια μικρή ριζοσπαστική οργάνωση (τόσο ριζοσπαστική που το μόνο που ζητούσε ήταν να υπογραφεί μια σύμβαση), αλλά αποτελεί απειλή για το σύνολο του συνδικαλισμού στην Ισπανία. Δεν πρόκειται για κάποια προσπάθεια ηρωοποίησης των κατηγορούμενων ή ότι αποτελούν τους μοναδικούς ανθρώπους που έχουν υποστεί την αυθαιρεσία του δικαστικού συστήματος ή διώξεις λόγω της συνδικαλιστικής τους δράσης. Η συγκεκριμένη υπόθεση, όμως, είναι ιδιαίτερα σοβαρή και ενδεικτική της κατάστασης.
Αρχικά, επειδή δίνεται η δυνατότητα σε κάποιους δικαστές να καταδικάζουν αγωνιστές για γεγονότα διαφορετικά απ’ αυτά για τα οποία ασκήθηκε η δίωξη και για πράξεις οι οποίες ανήκουν στο φάσμα της συνδικαλιστικής δράσης, για τις οποίες αποδείχθηκε προηγουμένως το αβάσιμο των κατηγοριών.
Το βαθύτερο όμως ζήτημα είναι ότι καταδικάστηκαν έξι άτομα για τη συνδικαλιστική τους δράση, ζήτημα που δεν αφορά μόνο το συνδικαλιστικό κίνημα αλλά και το σύνολο της ισπανικής κοινωνίας. Η συγκεκριμένη ποινή ανοίγει τον δρόμο να καταδικαστούν χιλιάδες άνθρωποι απλώς και μόνο επειδή συμμετείχαν σε κάποιον αγώνα. Με την καταδίκη για παρακώλυση δικαιοσύνης, οποιοσδήποτε εκπρόσωπος ενός επιχειρησιακού σωματείου, μιας επιτροπής, μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης ή μιας συνέλευσης εργαζόμενων κινδυνεύει να καταδικαστεί αν υποβληθεί κάποια μήνυση για γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια ενός αγώνα. Μετά την καταδίκη για εξαναγκασμό, οποιοδήποτε άτομο που διαδηλώνει ενάντια σε μια επιχείρηση, μπορεί αντίστοιχα να βρεθεί στην ίδια κατάσταση.
Πηγή : https://www.cnt.es/noticias/el-15-de-junio-todas-a-xixon/
Μετάφραση και απόδοση από την Ελευθεριακή Συνέλευση για την Ταξική Οργάνωση στη Βάση
ΑΘΩΩΣΗ ΤΩΝ 6 ΣΥΝΤΡΟΦΩΝ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΛΑ ΣΟΥΙΣΑ
ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΩΝ ΑΦΕΝΤΙΚΩΝ
#antireport